Πρωτομαγιές στους «Μύλους» και στο «Κεφαλάρι», σε τόπους μαγικούς κι ονειρεμένους!

,,Φωτογραφίες πρόσφατες από το μύλο «Λεώπουλου», διακρίνεται τμήμα του τροχού, και από το ποτάμι στο «Κεφαλάρι» με τα πλατάνια.,,

του Λουη Γ Σερεμετη

Την προηγούμενη Κυριακή 23 του μήνα, του Αϊ Γιωργιού, μια ανοιξιάτικη και ηλιόλουστη μέρα, βρεθήκαμε παραδοσιακά στο ομώνυμο γραφικό εκκλησάκι στην εξοχή! Λίγος κόσμος μέσα, και άλλος τόσος έξω, εορτάζοντες οι περισσότεροι, κάθε χρόνο οι ίδιοι, και λιγότεροι! Ανάψαμε το κεράκι μέσα, παραχωρήσαμε τις θέσεις μας στις γυναίκες και βγήκαμε στο προαύλιο να πούμε τα χρόνια πολλά. Εκείνη την ώρα με μια ματιά άθελά μας παίρνουμε παρουσίες και μετράμε απόντες σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά! Είναι αισθητή κάθε απουσία όταν έχεις συνηθίσει να βλέπεις κάποιους ανθρώπους σε κάποια μέρη, και τους έχεις ταυτίσει με μοναδικές στιγμές! Λέμε τα χρόνια πολλά, και πιάνουμε την κουβέντα με τους γεροντότερους που έχουν πιάσει τη θέση τους σε κάποιο από τα τρία παγκάκια. Απόμαχοι της ζωής πλέον, χορτάτοι από τη ζωή οι πιο μεγάλοι, και η κουβέντα ξεκινάει με τα καθημερινά. Δεν παραλείπουν να δοξάζουν τον Θεό που στέκουν ακόμα στα πόδια τους, αλλά θυμούνται και αναπολούν τις παλαιές εποχές, αφού έχουν γεννηθεί, ζήσει και δημιουργήσει σ’ αυτά τα μέρη που σήμερα τα αγναντεύουν. Η κουβέντα φέρνει στην θύμησή τους άλλες εποχές και καταστάσεις, όμορφες με στιγμές χαράς και δημιουργίας, ή άσχημες και δύσκολες στην κατοχή, στην αντίσταση, στον εμφύλιο. Που και που βγάζουν κρυφούς αναστεναγμούς, και σκουπίζουν με τρόπο ένα δάκρυ πριν κυλήσει στο μάγουλο!

Ο μπάρμπα Χρήστος ο Πουλάκος, ίσως ο μεγαλύτερος της παρέας, θυμάται πώς ήταν παλαιότερα το τοπίο, και τι γινόταν του Αϊ Γιωργιού και την πρωτομαγιά! Συγκινείται που βλέπει τον κόσμο να λιγοστεύει και να μην αβγαταίνει, να μην γεμίζει τις εκκλησίες όπως παλιά, και να μην γλεντάει πια στην εξοχή. Αγναντεύοντας τα ισιώματα και τις πλαγιές βγάζει έναν αναστεναγμό βλέποντας εγκαταλειμμένα και λογγομένα τα χωράφια που κάποτε νοίκιαζε και καλλιεργούσε! Τον πιάνει το παράπονο όταν αντικρίζει έρημους τόπους που κάποτε έσφυζαν από ζωή, αφού εκεί στους «Μύλους» χτυπούσε η καρδιά του χωριού! Γυρτό το κορμί του από την πολλή δουλειά, σηκώθηκε με δυσκολία από το παγκάκι, άπλωσε το χέρι του δείχνοντας λίγο πιο κάτω από τον Αϊ Γιώργη, και μου είπε: «Εκεί είναι το ποτάμι των «Μύλων», ακριβώς στον ευκάλυπτο ήταν ο «μύλος του Λεώπουλου, λίγο πιο πάνω ο μύλος του Ξαρχόγιαννη, και ακόμη πιο πάνω ο μύλος ο δικός μας, στην «νερατζιά», βοηθούσα κι εγώ πιτσιρικάς, και πιο πάνω ο μύλος του Δημητράκη του Παπαδάκου! Ξέρεις τι δουλειές κάνανε οι μυλωνάδες και ο κόσμος όλο τον καιρό, και τι γλέντια γίνονταν του Αϊ Γιωργιού και την πρωτομαγιά»; Και άρχιζε να μιλάει ασταμάτητα για τους «Μύλους», τη «Λουμπάρδα», το «Κεφαλάρι», για τις μόνες περιοχές που είχαν παλιά νερό και ποτίζονταν τα περιβόλια με πορτοκαλιές και τα μποστάνια με τα κηπευτικά, για τις γιορτές και τα γλέντια, και έτσι άρχισε όλη η παρέα να θυμάται και να αναπολεί εκείνες τις αλλιώτικες εποχές! Από αυτή την στιγμή ο μπάρμπα Χρήστος έγινε η πηγή και ο ακούραστος ξεναγός μου, τον ευχαριστώ πολύ για τα όσα μου είπε, και για όπου με πήγε!

Η ημέρα της πρωτομαγιάς ανέκαθεν είχε τον διεκδικητικό της χαρακτήρα, ο κόσμος στα χωριά μπορεί να μην συμμετείχε σε πορείες διαμαρτυρίας, ούτε φαινόταν να τον απασχολεί το δίλημμα αν η πρωτομαγιά είναι αργία, ή είναι απεργία, αλλά εκείνο που δεν ξεχνούσαν τέτοια μέρα ήταν η θλιβερή επέτειος από την εκτέλεση των 200 πατριωτών στο σκοπευτήριο της Καισαριανής ανήμερα της πρωτομαγιάς του 1944, σε αντίποινα για τον θάνατο σε ενέδρα ενός Γερμανού στρατηγού στους Μολάους τρεις μέρες πριν! Ο κόσμος την πρωτομαγιά την είχε ταυτίσει κυρίως με την άνοιξη, με την γιορτή των λουλουδιών και την αναγέννηση της φύσης, πήγαιναν εκδρομές με παρέες στην εξοχή και έστηναν γλέντια με φαγοπότι, και χορούς, και το βράδυ γύριζαν σπίτι αποκαμωμένοι από την κούραση αλλά ευχαριστημένοι, και με ένα πρωτομαγιάτικο στεφάνι από αγριολούλουδα για να το κρεμάσουν στην ξώπορτα! Μια άλλη συνήθεια την πρωτομαγιά ήταν να κόβουμε κρυφά από τους κήπους αγκινάρια και κουκιά μπλέζες, αν και είχαμε στον κήπο μας, έτσι για το καλό! Καθαρίζαμε τα αγκινάρια και τα τρώγαμε ωμά, μαύριζαν τα χέρια και τα χείλη μας, και για να μην μας καταλάβουν τα τρίβαμε με λεμόνι να καθαρίσουν! Δεν μπορούσαμε να κρυφτούμε όταν τρώγαμε πολλές μπλέζες, αφού μας πόναγε η κοιλιά μας και κάναμε μπαμ από μακριά!

Φωτογραφίες από το μύλο του «Ξαρχόγιαννη», και μύλου «Νερατζιάς» Πουλάκου.

Δημοφιλείς προορισμοί για πρωτομαγιά στην εξοχή ήσαν το «Κεφαλάρι», και «οι Μύλοι»! Οι νερόμυλοι είχαν στενή σχέση με την κοινωνική και παραγωγική ζωή του τόπου, και επειδή ήσαν κοντά σε ποτάμια και σε τοπία ιδιαίτερης ομορφιάς, ήταν οι ιδανικοί τόποι για την πρωτομαγιάτικη η εκδρομή, που εκτός από διασκέδαση είχε και εκπαιδευτικό χαρακτήρα! Βρίσκονταν πιο μακριά και πιο ψηλά από το ποτάμι για να μην κινδυνεύουν από τις πλημμύρες του ποταμιού, και μαζί με τα λιοτρίβια ήταν η βαριά βιομηχανία κάθε τόπου. Στο χωριό λειτουργούσαν τέσσερις νερόμυλοι, και ήταν δύο μύλοι σε κάθε πλευρά του ποταμιού. Ο πρώτος ήταν του μπάρμπα Δημητράκη του Παπαδάκου από την Στεφανιά που τον δούλευε χρόνια πριν πάει στο εξωτερικό, ο δεύτερος ήταν του Γιάννη του Ξαρχόγιαννη, ο τρίτος του Γιώργου του Πουλάκου, και ο τέταρτος του Λεώπουλου.

Εύρισκαν χρόνο να μας ξεναγήσουν αρχίζοντας από τη «δέση» δηλ. από το σημείο εκείνο του ποταμού, απ’ όπου έπαιρναν το νερό, που ήταν η κινητήρια δύναμη. Η «δέση» ήταν ένα φράγμα που φτιαχνόταν πάντοτε λίγο μακριά από τον μύλο και σε μέρος που ήταν σε μεγαλύτερο ύψος από το επίπεδο του μύλου. Χρησιμοποιούσαν μεγάλους κορμούς δέντρων που τους στέριωναν τον έναν πάνω στον άλλο για να γίνει ένας φράχτης που θα συγκρατεί το νερό. Από εκεί με το «μυλαύλακο» το νερό έφτανε ως τη στέρνα του μύλου, γέμιζε το ξύλινο βαρέλι από όπου μέσα από ένα μικρό στόμιο έπεφτε με ορμή στην φτερωτή που κινούσε τον τροχό του μύλου, και όλο τον μύλο.

Στο «κεφαλάρι» μας έδειχναν τις πηγές από όπου υδρευόταν μέχρι τη δεκαετία του ‘90 το χωριό. Περίσσευε πολύ νερό που έτρεχε χειμώνα καλοκαίρι, και πιο κάτω υπήρχε η μεγάλη «δέση», και το νερό που ξεχείλιζε από αυτήν σαν καταρράκτης, είχε κάνει μια βαθιά γούρνα που γεράνιζαν τα νερά της αφού είχε μεγάλο βάθος, όπου κολυμπούσαν όσοι ήξεραν καλό κολύμπι! Από μία «δέση» έπαιρνε νερό ο μύλος της «Νερατζιάς» του μπάρμπα Γιώργου του Πουλάκου, και από εκεί συνέχεια το μυλαύλακο πήγαινε το νερό στον «μύλο του Ξαρχόγιαννη». Οι μύλοι του Δημητράκη του Παπαδάκου και του Λεώπουλου ήταν στην απέναντι πλευρά από τους άλλους δύο, και έπαιρναν νερό από άλλη «δέση» που ήταν προς την πλευρά τους, από τις πηγές στο «Κεφαλάρι», πρώτα του Παπαδάκου και στην συνέχεια στου Λεώπουλου». Το νερό που έφευγε από τους μύλους διοχετευόταν σε τσιμενταύλακα από όπου πότιζαν τα πορτοκαλοπερίβολα και τα μποστάνια! 

 Φωτογραφίες από τον Άγιο Βλάσση στον μύλο Ξαρχόγιαννη. Δίπλα στον μύλο υπάρχει το μισογκρεμισμένο Βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Βλάση, όπου διακρίνονται ό,τι έχει απομείνει από αγιογραφίες! Δυστυχώς εγκαταλειμμένο από αρμόδιους και μη, χωρίς την πρέπουσα προστασία σαν σπάνιο μνημείο ιστορικής και θρησκευτικής κληρονομιάς! Η φωτογράφιση έγινε απόγευμα, ο ήλιος ήταν ακόμη ψηλά, τα χέρια έτρεμαν από συγκίνηση αφού το μυαλό ταξίδευε αλλού, στις τότε εποχές, και από τον απέναντι λόγγο «έμπηξαν» τις φωνές τους κάτι τσακάλια για να με συνεφέρουν, σαν να μου έλεγαν, «τι γυρεύεις εδώ, αρκετά, άντε ξεκουμπίσου»!

Συνήθως την πρωτομαγιά είχε περάσει το Πάσχα, και ήταν μια ευκαιρία να αφιερωθεί ακόμα μία μέρα στην οικογένεια, να μην πάνε στα χωράφια, να ξεχάσουν έστω και για λίγο τις σκοτούρες, να γίνουν όλοι παιδιά, να παίξουν, να ξεδώσουν! Από μέρες πριν συνεννοούνταν οι οικογένειες, συγγενείς, φίλοι, κουμπάροι για να σμίξουν και να γιορτάσουν σε περιοχές που είχαν άλλη ομορφιά, μαγική! Είχαν καθαρίσει από πριν τους χώρους, και αποβραδίς ετοίμαζαν τα κοφίνια με τα απαραίτητα, ψωμί, τυρί, ελιές, μαρούλια από τους κήπους τους, ντομάτες αν υπήρχαν τέτοια εποχή, αυγά κόκκινα που είχαν περισσέψει από το Πάσχα, κεφτεδάκια, γλίνα, λοκάνικο, και κρασί, και αν ήταν μεγάλη η παρέα ετοίμαζαν την σούβλα να ψήσουν ένα αρνί εκεί που θα πήγαιναν. Ξεκινούσαν οι παρέες με τα πράγματα πάνω στην καρότσα κανενός τρακτέρ, ή με τα πόδια και τα πράγματα φορτωμένα σε γαϊδούρια, τα μικρά παιδιά καβάλα πισωκάπουλα, ή αμπλέτσια όταν κουράζονταν, και τα ερωτευμένα ζευγαράκια πιασμένα χέρι – χέρι, ή αγκαζέ! Αλλά και σε όλες τις γυναίκες άρεσε αυτή η όμορφη συνήθεια που υπήρχε, να πλησιάζουν τον άντρα τους και να πηγαίνουν αγκαζέ σε βόλτες, γιορτές, ή στο περπάτημα!

Φτάνοντας είχε σηκωθεί αρκετά ο ήλιος, και όλοι μαγεύονταν από το κελάρυσμα του νερού που έτρεχε γάργαρο, τις μυρουδιές των ανθισμένων πορτοκαλιών που είχαν πλημμυρίσει όλη την περιοχή, και τα κελαϊδίσματα από τα αηδόνια και τα «ψευτάηδονα» στις φυλλωσιές και στα πλατάνια, που τρόμαζαν από την αντάρα και τις φωνές των παιδιών, κρύβονταν και σώπαιναν για λίγο, αλλά μετά ξεθάρρευαν και ξανάρχιζαν το τραγούδι τους! Οι κοτσυφάδες που ξεβολεύονταν και αυτοί για λίγο από την ησυχία τους, γρήγορα συνήθιζαν και ξανάπιαναν το κελάηδημα, και συνέχιζαν τη δουλειά τους βουτώντας στην άκρη της λούμπας για να παίρνουν με τη μύτη τους λάσπη να φτιάξουν τη φωλιά τους ψηλά στα πλατάνια! Μέσα σ’ αυτό το μαγικό τοπίο με το απαράμιλλο κάλλος, οι γυναίκες έστρωναν κατά γης μεγάλες κουρελούδες και πατανίες, άπλωναν τα πράγματα και κατ ευθείαν έβαζαν το μπρίκι στα κάρβουνα για έναν καφέ παρέα όλοι, τον έπιναν στο φλιτζάνι για να δουν τα μελλούμενα, και τα παιδιά έπαιρναν στο χέρι από ένα κουλούρι λαμπριάτικο και ξαμολιόντουσαν για το παιχνίδι! Αμάδες, κυνηγητό, και κρυφτό στις φτέρες στην άκρη του ποταμιού, με φωνές συνέχεια να προσέχουν μην παραπατήσουν και πέσουν μέσα και τους βγει ξινή η εκδρομή! Γύρω από τη ζωή στα ποτάμια υπήρχαν μύθοι και δοξασίες που μίλαγαν για αερικά, νεράιδες, βατράχους και πριγκίπισσες! Όταν τα μεσημέρια φυσούσε ξαφνικά και σήκωνε σιφούνι, ή αν άκουγες απότομα το θρόισμα των πλατανόφυλλων, ανατρίχιαζες, φοβόσουν, και κάλπαζε η φαντασία! Από την μια μας έλεγαν να μην φοβόμαστε, κι από την άλλη να μην μιλάμε εκείνη την ώρα, για να μην μας πάρουν οι νεράιδες την μιλιά!

,,Με τον μπάρμπα Χρήστο τον Πουλάκο, ακούραστο ξεναγό, που διακρίνεται να περπατά στην άδεια κοίτη του ποταμού, δεν μπορέσαμε να πλησιάσουμε τον μύλο του Δημητράκη του Παπαδάκου εξ αιτίας του λογγομένου μέρους, και αποκλεισμένου από τα μπάζα λόγω των πλημμυρών του φετινού Γενάρη ! Φτάσαμε ως την μεγάλη «δέση» που έχει μπαζωθεί, εκεί που κολυμπούσαν! Η μια φωτογραφία δείχνει μόνο εκεί που τελειώνει το μυλαύλακο, ακριβώς πάνω από το ξύλινο βαρέλι που μάζευε το νερό για να πέσει στην φτερωτή, και ο γκρεμισμένος μύλος είναι πιο κάτω!,,

Οι ρεματιές αντηχούσαν από φωνές και γέλια, τα παιδιά εύρισκαν ξαμολησιά και παίζανε όλη μέρα στο νερό φτιάχνοντας σπιτάκια με πέτρες και λάσπη! Ψάχναμε για καβούρια, χαζεύαμε με τους εντυπωσιακούς σάλτους των βατράχων στην ακροποταμιά, ρίχναμε την μπετονιά με ένα αγκίστρι να ψαρέψουμε, ή με μια αυτοσχέδια απόχη προσπαθούσαμε να πιάσουμε τις μινίδες! Τα μεγαλύτερα παιδιά, όσα ξέρανε κολύμπι κολυμπάγανε στη «δέση», που ήταν το πιο βαθύ σημείο του ποταμιού! Εκεί στα κρύα νερά του ποταμού μάθαιναν τότε οι περισσότεροι κολύμπι, και πολλοί κρυολόγησαν βαριά! Η φύση και το παιχνίδι άνοιγαν την όρεξη σε όλους, και όταν ερχόταν η ώρα του φαγητού, έβγαζαν ό,τι είχαν, έτρωγαν, έπιναν, δεν περίσσευε τίποτα! Έτσι ερχόταν και το κέφι, και αν υπήρχε κανένα κλαρίνο έπαιζαν κανένα δημοτικό, ή αν δεν είχαν έπιαναν το τραγούδι με το στόμα! Οι γυναίκες έπιαναν και έσερναν πρώτες το χορό, και οι άλλοι ακολουθούσαν ασταμάτητα!

Η εγκατάλειψη και ερήμωση της υπαίθρου μεταπολεμικά λόγω της μετανάστευσης και της αστυφιλίας, είχε σαν συνέπεια τη μείωση της σποράς των σιτηρών. Οι περισσότεροι νερόμυλοι εγκαταλείφθηκαν απ’ τη δεκαετία του 1950, και κακώς δεν διασώθηκαν, γιατί ήταν στοιχεία λαϊκής και πολιτιστικής κληρονομιάς! Οι περισσότεροι δεν διασώζονται ούτε ως ερείπια, και είναι κρίμα! Ιστορικά ποτάμια έγιναν απροσπέλαστα από πέτρες και κλαδιά, μύλοι γκρεμίστηκαν, και λίγα πράγματα θυμίζουν εκείνες τις αλησμόνητες εποχές! Άλλοι τόποι εξοχής που γιόρταζαν μαζικά και παραδοσιακά ο κόσμος τη πρωτομαγιά, ήταν το «δασάκι της δεξαμενής», η Αγιά Βαρβάρα, και οι Κουμάνοι στην Τάραψα, με το ποτάμι και τα πλατάνια τους, μέρη που και αυτά σταδιακά αφέθηκαν στην μοίρα τους!

Πέρασαν ανεπιστρεπτί εκείνες οι αλλιώτικες εποχές, τότε που παρά την κούραση στο σπίτι και στα χωράφια, και παρά τις ανύπαρκτες ανέσεις, έφτανε η καλή καρδιά για να περάσεις καλά την πρωτομαγιά! Σήμερα πλέον οι περισσότεροι επιλέγουν δημοφιλείς προορισμούς, όπως είναι η Μονεμβάσια, το Γύθειο και άλλους τόπους τουριστικού κυρίως ενδιαφέροντος, χωρίς την ομορφιά της εξοχής. Ο πολύς κόσμος θέλει να ξεβγεί και να περάσει την μέρα της πρωτομαγιάς σε κοσμοπολίτικους τόπους, μέσα στην πολυκοσμία και στη βουή, ξέγνοιαστα, χωρίς προετοιμασίες και κόπο, να κάθονται σε αναπαυτικές πολυθρόνες και όχι σε κοτρώνια και κουρελούδες, να πιουν καφέ με διάφορες γεύσεις, να φάνε παγωτό σε κολονάτα ποτήρια, να φάνε σε παραθαλάσσια μαγαζιά, και στο τέλος να αγοράσουν και ένα έτοιμο στεφάνι με λουλούδια ανθοπωλείου, και ύστερα επιστροφή στο σπίτι! Καλό Σαββατοκύριακο, και σε όποιον τόπο πάτε, και όπως διαλέξετε να περάσετε την πρωτομαγιά, να περάσετε καλά! Καλή πρωτομαγιά σε όλους, και του χρόνου με υγεία!!!

 


Ακολουθήστε το krokeai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις εξελίξεις.