«Ο ΑγιΑντριάς ξαγνάντησε, τα σίδερα ροκάνισε»! Ο χειμωνιάτικος Αγ. Αντρέας, και οι λουκουμάδες του με το φρέσκο λάδι!

Γράφει ο Λούης Γ. Σερεμέτης.

Φωτογραφίες από το διαδίκτυο. Ο Ι.Ν. Απόστολου Ανδρέα ή «Άγιος Ανδρέας», ο Μητροπολιτικός ναός Καρυών – Αράχωβας Λακωνίας, κτίστηκε τη δεκαετία του 1960 σε απόσταση λίγων μέτρων από το σημείο όπου βρίσκονταν ο παλαιός, με δαπάνη του Συλλόγου Αδελφότητας Αραχωβιτών του εξωτερικού – Αι Καρυαί. Δεξιά φωτογραφία παραδοσιακοί λουκουμάδες στο τζάκι.

«Ο ΑγιΑντριάς ξαγνάντησε, τα σίδερα ροκάνισε» έλεγε η γιαγιά «Γιωργιτσάκα» με σφιγμένα από τη μανία μασέλια της, όταν του ΑγιΑντρέα έβρεχε, φύσαγε βοριάς και το κρύο «έκοβε καρφιά»! Αντρογυναίκα με τα όλα της και βαθιά θρησκευόμενη, δεν είχε άχτι τον ΑγιΑντρέα για το ψοφόκρυο, αλλά τον παγερό βοριά που φύσαγε μανιασμένα να ρίξει την πόρτα της χαμοκέλας της μέσα ,αλλά δεν τα κατάφερνε γιατί έβαζε διπλό κοντομίρι! Φοβόταν όμως μην της πετάξει τα κεραμίδια παρόλο που είχε ανέβει η ίδια το καλοκαίρι στη σκεπή και τα είχε «ξαναδιαβάσει» με αμμοχόριγκο! Αν ο καιρός δεν την άφηνε να πάει στην εκκλησία, έκανε τον σταυρό της στο εικόνισμα, αλλά νευρίαζε που ο διαβολοβοριάς την έκλεινε στο τζάκι της που με τέτοιο καιρό γύριζε τον «καπινό» μέσα και δάκρυζαν τα μάτια της, και ήθελε ξανά άσπρισμα η «αγκωνή» της ! Νύφη είχε έρθει στο χωριό, νοικοκυρά, μάνα, πατέρας όλα μαζί, αφού ο άντρας της αρρώστησε από κρύο και λαβώθηκε νωρίς. Μόνη της έφερνε βόλτα τις δουλειές, καμάτευε και έσπερνε τα χωράφια τους με το ζευγάρι της, και από την τραχιά φωνή της με το «άιντε Ντορή, άιντε Ψαρή» αντιλαλούσαν λαγκαδιές και καταράχια!

«Του ΑγιΑντριός αντριεύει το κρύο και θεριεύει ο χειμώνας» έλεγε! Τον χειμώνα τον καταλάβαινε από τα πουλιά που έρχονταν για να ξεχειμωνιάσουν εδώ, τους προάγγελους της βαρυχειμωνιάς, «μπιρμπίλες», μπεκάτσες, αγριόγαλους, αγριόχηνες, αγριόπαπιες, αγριοπερίστερα, και τις φάσσες, που ήταν και η χαρά των κυνηγών! Ερχόντουσαν και άλλα πουλιά της βαρυχειμωνιάς που δεν τα κυνηγούσαν, όπως οι  «Τουρλίδες» που σήκωναν ψηλά την ουρά τους και περπατούσαν όλο νάζι , οι καλλιμάνες με το ανάλαφρο κορδευτό και πολύ γρήγορο περπάτημα μέχρι να απογειωθούν σαν τα αεροπλάνα, και ο «χολογιός» με το κλαψιάρικο λάλημά του! Είχε τελειώσει νωρίς την σπορά της η γιαγιά Γιωργιτσάκα, είχε αρχίσει κιόλας το μάζεμα της ελιάς, και τέτοιες μέρες έμπαινε στο σπίτι της το πρώτο λάδι το φρέσκο, και με αυτό έφτιαχνε χρόνια τώρα του Αγίου Αντρέα τους λουκουμάδες της! Την θυμόμαστε σκυμμένη πάνω από το τηγάνι στο τζάκι, με το ζυμάρι στο πήλινο μαστέλο να το κόβει με το κουτάλι ολοστρόγγυλα μπαλάκια σφίγγοντάς το στη χούφτα της, μετά τους μέλωνε με το δικό μας μέλι, και τους μοίραζε τους περισσότερους στη γειτονιά!

Το τζάκι σε κάθε σπίτι έκαιγε ασταμάτητα, και τις χειμωνιάτικες βραδιές είχε την τιμητική του! Εκεί στο «χειμωνιάτικο» ήταν το μαγεριό, το καθιστικό με τις κασέλες και τις ντιβανοκασέλες που μαζευόμασταν και καθόμαστε όλοι, μικροί και μεγάλοι, αγόρια και κορίτσια, και το κρεβατάκι των γέρων! Στο τζάκι έμπαινε η σιδεροστιά με το χαλκοματένιο βαθύ τηγάνι με το φρέσκο λάδι που είχε πρωτοέρθει στο σπίτι από το λιτριβιό, για του ΑγιΑντρέα τους λουκουμάδες και τις κουταλίδες, για να γλυκάνουνε τη νέα σοδειά, και να είναι γλυκιασμένο το σπίτι και η οικογένεια! Τις κουταλίδες τις τρώγαμε με τυρί, και τους λουκουμάδες με μέλι, μέχρι που λιγωνόμαστε από το λάδι και το μέλι! Όσα σπίτια είχαν κορίτσια, φαίνονταν από μακριά! Τα κοριτσόπουλα από την φύση τους όχι μόνο βιάζονταν, αλλά ήξεραν να δώσουν τον γιορτινό τόνο για τα Χριστούγεννα που πλησίαζαν. Στόλιζαν τέτοιες μέρες τα χριστουγεννιάτικα δέντρα δίπλα σε κανένα παράθυρο ή σε μπαλκονόπορτα, τότε τα Χριστουγεννιάτικα δέντρα ήταν μικρά πλαστικά που τα φύλαγαν χρόνια, με λίγα στολίδια, την φάτνη, το αστέρι, μπαμπάκια για χιόνια! Στόλιζαν ένα μικρό δεντράκι για το καλό, να ξεχωρίσουν τις χρονιάρες μέρες, αλλά επειδή ο στολισμός σήμαινε χαρά, δεν στόλιζαν οι λυπημένοι.

Παραμονή του ΑγιΑντρέα το βράδυ, για να μην μπερδευόμαστε στα πόδια τους γύρω από το τζάκι που σιάχναμε λουκουμάδες και κουταλίδες και καούμε αν έσκαζε κανένας λουκουμάς, μας έδιναν από ένα ξυραφάκι να χαράξουμε τις «κορακολιές» για ξιδάτες, και όταν τις τελειώναμε μας έφερναν και τις «αθηνολιές» να τις τσακίσουμε σε μια χοντρή τάβλα με μια άσπρη ποταμόπετρα για να τις κάνουν με τα λεμόνια! Τελειώναμε βιαστικά αφήνοντας πολλές ελιές αχάραγες και ατσάκιστες που τις καταλάβαινες μόνο όταν πίκριζαν στο φαγητό, για να ζυγώσουμε στο τζάκι και να ακούσουμε ιστορίες από τους μεγαλύτερους, να χαζεύουμε με τα καμώματά τους, να παίξουμε καμιά κολιτσίνα, ή τη σβούρα με κανά φράγκο ο καθένας, και στο τέλος άλλος να μαραζώνει που έχανε, και άλλος να γελάει! Και αν έξω το σκοτάδι ήταν «πίσσα», έβρεχε με το τουλούμι, φύσαγε δαιμονισμένα ο βοριάς βουίζοντας στα δέντρα και στα καλώδια του ηλεκτρικού, και αναβόσβηνε το φώς από τις αστραπές, τρώγαμε τους λουκουμάδες βιαστικά κάνοντας τον σταυρό μας από τον φόβο μας, και παίρναμε γρήγορα τον δρόμο για το κρεβάτι αγκαλιά με ένα πυρωμένο κεραμίδι ο καθένας διπλωμένο με μια εφημερίδα και σπάγκο για να ζεστάνουμε το στρωμένο, αφού πρώτα φιλάγαμε το χέρι των μεγαλύτερων λέγοντας καλό ξημέρωμα! Άναβαν διπλό καντήλι μην τυχόν και κοπεί το φώς, αραιώνανε τα ξύλα από το τζάκι, και ακούγαμε την κυρά μας τη Μαριώ να μονολογεί κι αυτή η κακομοίρα νευριασμένα και με το δίκιο της, «ο ΑγιΑντριάς ξαγνάντισε, τα σίδερα ροκάνισε»!

Αν ξέκοβε λιγάκι ο καιρός, οι μεγάλοι πήγαιναν να χαιρετίσουν όσους γιόρταζαν, αφού τέτοιες μέρες τα σπίτια συγυρισμένα άνοιγαν διάπλατα τις πόρτες τους! Απρόσκλητος ο κόσμος στις γιορτές, τα καλωσορίσματα θερμά στη σάλα του σπιτιού, κέρασμα γλυκό σπιτικό, μελομακάρουνα, κουραμπιέδες, σκαλτσουνάκια, ή δίπλες, λικεράκι για τις γυναίκες, βερμούτ για τους νεότερους, κονιακάκι και τσίπουρο για τους μεγαλύτερους, και στο τέλος πιατέλες που περιφερόταν με πλούσιο μεζέ με ένα πιρούνι από στόμα σε στόμα, και τα ποτήρια ξέχειλα με φετινό κρασί, και «εβίβα άσπρο πάτο»! Η βραδιά περνούσε με γέλια, πειράγματα, καλαμπούρια, από τους χορούς έτριζε το πάτωμα της σάλας, και ακούγονταν στον δρόμο τα τακουνάκια στο μωσαϊκό χορεύοντας λαϊκά, και ταγκό! Αξέχαστες γιορτές στο σπίτι που χώραγε όλους όσους είχαν καλή καρδιά και γούσταραν να περάσουν καλά, εκτός από τον «ξορκισμένο» όπως λέγανε. Συγγενείς, φίλοι, και περαστικοί ευχαριστιόντουσαν, χόρταιναν μεζέδες, τσούγκριζαν το ποτήρι και λέγανε «εις υγείαν, και του χρόνου πρώτα ο Θεός να είμαστε καλά να ξανασμίξουμε»!

Μετά από εκείνα τα όμορφα χρόνια με τις ζεστές συνήθειες, ήρθαν τα χρόνια της επίπλαστης οικονομικής «ευμάρειας» με τη χλιδή και τις υπερβολές, αλλά γρήγορα προσγειωθήκαμε ανώμαλα και περάσαμε στο άλλο άκρο. Αραίωσαν οι επαφές, κόπηκαν απότομα ή περιορίστηκαν οι πλατιές γιορτές στα σπίτια, το τραπέζωμα γινόταν για λίγους φίλους σε ταβέρνα, και οι υπόλοιποι εύχονταν τηλεφωνικά. Μετά ήρθαν τα μηνύματα στο κινητό και στο το facebook με τις λίγες λέξεις που γράφαμε, που αντικαταστάθηκαν και αυτές με κονσερβοποιημένες ευχές, ή με φατσούλες, λουλουδάκια και καρδούλες! Σήμερα του Αγίου Ανδρέα ο καιρός είναι καλός για ελιές, αλλά το βράδυ που θα γυρίσουμε «κούρβουλο» από την κούραση, δεν θα έχουμε ανάκαρα όχι για λουκουμάδες, αλλά ούτε για φαΐ! Απόψε όποιος μετά τις ελιές έχει όρεξη να φτιάξει λουκουμάδες, πάει να πει ότι «το λέει η περδικούλα του! Οι παλιοί όμως είχαν χρόνο και όρεξη για όλα! Χρόνια πολλά στον Αντρέα και στην Ανδριάνα, υγεία υπομονή δύναμη σε όλους, κι από χρόνου!


Ακολουθήστε το krokeai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις εξελίξεις.