«Αστένειες» και γιατροσόφια τον καιρό που είχαμε και μια γιαγιά!

του Λουη Γ Σερεμετη
«Να φυλαχτούμε τις αστένειες και τα σουρτικά τούτο τον καιρό με τις ελιές, μην αρρωστήσουμε και φυλάμε κανένα νοσοκομείο, και τρέχουμε σε γιατρούς και πληρώνουμε φάρμακα μέσα στη φτώχεια μας, και τι θα γίνουμε»! Έτσι μας έλεγαν οι μεγαλύτεροι στο σπίτι, και πιο πολύ η γιαγιά, που αγωνιούσαν μη μας τύχει καμιά γρίπη της εποχής, σουρτική, ή κανένα κρυολόγημα που θα μπορούσε να μας αφήσει κατάλοιπα «βροχικά» που θα μας ταλαιπωρούσαν για όλη μας τη ζωή! Θυμόμαστε την γιαγιά τυλιγμένη με τη χοντρή μαύρη «μπελαρίνα» της, χειμώνα – καλοκαίρι, εξ αιτίας ενός «παλιού κρύου», μιας «πλευρίτητας» που πέρασε, όπως την έλεγε, όταν αψηφώντας τον παλιόκαιρο μάζευε βρέχοντας ελιές, δεν άλλαξε γρήγορα τα βρεγμένα ρούχα, και την πάτησε! Τότε τη γύρισε σε «πλεμονία» και έκατσε ένα μήνα στο νοσοκομείο, και όπως έλεγε « έφαγε ο κώλος μου του κόσμου τις ενέσες, και πάλι μου έμεινε μια ευαιστησία που την έχω προίκα»! Από τότε, ακόμα και η γάζα της να ψιχαλιζόταν, αν δεν την άλλαζε αμέσως, την βούταγε το κρύο στον λαιμό και έκανε μια σειρά ενέσεις για να συνέρθει! Φόραγε μάλλινη μαντήλα, χοντρές πλεχτές κάλτσες, πλεχτές φανέλες, και πάντα ήταν «ντυμένη σαν το λουμπούκι» όπως έλεγε χαρακτηριστικά! Το χειμώνα καθότανε στο τζάκι, και το καλοκαίρι απέφευγε τα «ρέγματα» στο σπίτι μην «πουντιάξει»!
Εκείνο τον καιρό που κι εμείς προλάβαμε και τον ζήσαμε, τον κόσμο τον έπιανε τρεμούλα μην αρρωστήσει, γιατί αν δεν μπορούσε να το αντιμετωπίσει μόνος του με τα πολλά γιατροσόφια που ήξερε, θα έπρεπε να πάει σε γιατρό, και μετά στο φαρμακείο! Γιατρούς στο χωριό θυμόμαστε τους αείμνηστους, «το γιατρό τον Γορανίτη», τον γιατρό τον Λέκκα», και τον «γιατρό τον Βεργυρή», έτσι τους ανέφεραν! Όλοι τους εξυπηρετικοί, και πάνω απ’ όλα άνθρωποι που συναισθάνονταν τον πόνο, την αγωνία, και την ανέχεια του κόσμου! Όμως φοβόντουσαν την εξέταση από τον γιατρό, περισσότερο οι γυναίκες που σήκωναν με το ζόρι τα ρούχα για να τις ακροαστεί! «Ντρεπουλεύουμε κυρά δασκάλισσα» έλεγε μια γιαγιά όταν την ρώτησε μια νεαρή δασκάλα του χωριού γιατί δεν ήθελε να πάει στο γιατρό αφού έπρεπε οπωσδήποτε να τη δει γιατρός! Γυναίκα γιατρό δεν είχαμε δει ή ακούσει, παρά μόνο στο Δαφνί ξέραμε την αείμνηστη Αμαλία Κοκκινάκη – Μανάκου! Οι γέροι σκέφτονταν και για να μην τους βρει ο γιατρός στο κορμί λίγη λέρα και τους παρεξηγήσει, αφού οι περισσότεροι περίμεναν πρώτα να λαλήσει ο τζίτζικας και μετά να κάνουν μπάνιο! Τον χειμώνα πλένονταν μόνο με σπιτικό σαπούνι και μια βρεγμένη πετσέτα, που όταν την έτριβαν στο κορμί έβγαιναν «μακαρόνια»! Αλλά και τα έξοδα που τα έβαζες, λίγα ήταν κι αυτά, να πληρώσεις το γιατρό, και μετά να περάσεις υποχρεωτικά από το φαρμακείο να πάρεις μια τσάντα φάρμακα; Αν δεν είχαν λεφτά δανείζονταν από συγγενείς, ή πουλούσαν κανένα ντενεκέ λάδι και ελιές! Κάποιοι γέροι μέχρι τα βαθειά γεράματα, αλλά και νεότεροι, το παινεύονταν ότι «μέχρι τώρα δεν με έχει πιάσει ο γιατρός από το χέρι», μέχρι που κάποια στιγμή κατευθείαν τους έπιανε ο χάρος!
Σε κάθε σπίτι είχαν φροντίσει να έχουν ό,τι σύνεργα χρειάζονταν για θέματα υγείας. Ένα θερμόμετρο, μπαμπάκι, οινόπνευμα, οξυζενέ, πανιά που τα χρησιμοποιούσαν για επιδέσμους, σκόνη «αλεποντής» για τις πληγές, ποτήρια για βεντούζες, τις ειδικές χάλκινες συσκευές για κλύσματα «ρεγκατέρι» το έλεγε η γιαγιά, και σύριγγες γυάλινες με βελόνες διαφόρων μεγεθών, όχι μιας χρήσης αλλά πολλαπλών χρήσεων, που κάθε φορά πριν τις χρησιμοποιήσουν έβαζαν σε ένα μεγάλο μπρίκι τις σύριγγες και βελόνες σε νερό, έσταζαν και λίγες σταγόνες λεμόνι για να μην μείνουν άλατα πάνω στο γυαλί, και τις έβραζαν να τις αποστειρώσουν! Κάθε φορά αυτό γινόταν, εκτός αν έσπαζαν και έπαιρναν άλλες. Σε κάθε γειτονιά όλο και κάποιος υπήρχε που ήξερε και έκανε ενέσεις, και πάντα τον καλούσαν! Η θειά Γιώργαινα, «μαστόρα και ελαφροχέρα» στις ενέσεις και περιζήτητη, έλεγε καλαμπουρίζοντας, «έχω δει κώλους στη ζωή μου, αμέτρητους», και ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια εμείς οι μικροί! Όταν ήθελαν να κάνουν εξετάσεις ούρων γιατί μπορεί να είχαν καμιά ουρολοίμωξη, δεν είχαν ουροσυλλέκτες όπως σήμερα. Γι αυτές τις στιγμές είχαν φροντίσει να έχουν σπίτι τους άδεια μπουκάλια από πορτοκαλάδες και γκαζόζες που τα είχαν πλύνει καθαρά και τα είχαν πορέψει στο δικό τους «φαρμακείο»! Έτσι λοιπόν το πρωί έπιαναν τα ούρα τους στο γνωστό εμαγιέ «αγγειό», το γιογιό, μετά τα έβαζαν στο μπουκάλι της πορτοκαλάδας ή της γκαζόζας, τα βούλωναν με φελλό, και έβγαινε κάποιος έξω στην αγορά να τα στείλει στη Σπάρτη σε ιδιώτες γιατρούς με τα «αγοραία» του χωριού, ή να τα πάνε οι ίδιοι με τα λεωφορεία της γραμμής. Μόνο όταν δεν μπορούσαν να αποφύγουν τον γιατρό πήγαιναν στο γιατρείο ή τον έφερναν σπίτι. Όταν τους διάταζε φάρμακα και στο χωριό δεν υπήρχε φαρμακείο, έδιναν την συνταγή σε χωριανούς που δούλευαν σε δουλειές στη Σκάλα, στον μπάρμπα Γιώργο, τον μπάρμπα Νίκο, τον μπάρμπα Χρήστο, και το βράδυ τους τα έφερναν. Χρώσταγαν μεγάλη υποχρέωση σε αυτούς τους ανθρώπους για αυτή την εξυπηρέτηση!
Όμως από τα πολύ παλιά χρόνια στην Ελληνική ύπαιθρο η λαϊκή «φαρμακολογία» έδινε και έπαιρνε, κυρίως στα χαμηλά αλλά και στα μεσαία στρώματα, και κάποιοι με ιδιαίτερα χαρίσματα έγραψαν ιστορία με τις παρατηρήσεις, την ευρηματικότητα, και τις συνταγές, αφήνοντας πλούσια παρακαταθήκη από γιατροσόφια στα κατοπινά χρόνια, ακόμα και στα σημερινά! Με υλικά που είχαν σπίτι, λάδι, αλεύρι, αυγό, κρασί, κρεμμύδια, σκόρδο και άλλα κηπευτικά που καλλιεργούσαν, αλλά και άγρια βότανα, έφτιαχναν τα καλύτερα φάρμακα και αλοιφές δια πάσαν νόσον! Μερικά επιγραμματικά ήταν:
  • «ΤΟ ΛΙΝΟΚΟΚΚΙ»: σπόροι λιναριού βρασμένοι καλά σουρώνονταν να φύγει το νερό, τους έλιωναν να γίνουν σαν αλοιφή, τους άπλωναν σε πανί και τους έβαζαν κατάπλασμα πάνω στο στήθος ή στην πλάτη για να καταπολεμήσουν το κρυολόγημα!
  • Η «ΚΑΥΤΟΥΡΑ»: Κρασί που το βράζανε με λίγη καυτερή πιπεριά και το πίνανε για το κρυολόγημα και τον λαιμό!
  • Ο «ΣΙΝΑΠΙΣΜΟΣ»: Σπόροι σιναπιού που τους έλιωναν στο χαβάνι μέχρι να γίνουν σκόνη, μετά την έβρεχαν με οινόπνευμα, και όλο το μίγμα διπλωμένο σε πανί το βάζανε κατάπλασμα στο στήθος, ή στην πλάτη αυτού που είχε πάρει το κρύο!
  • ΡΟΦΗΜΑΤΑ: θυμάρι, μέντα, και τσάι με μέλι τα βράζανε στο μπρίκι για το λαιμό!
  • ΚΟΜΠΡΕΣΑ ΜΕ ΞΥΔΙ: τη βάζανε στο κούτελο για να πέσει ο πυρετός, και με το χέρι στο κούτελο ψάχνανε αν έχει ο άλλος πυρετό!
  • ΦΥΛΛΑ ΕΥΚΑΛΥΠΤΟΥ: τα βράζανε στην κατσαρόλα, και όσοι είχαν αναπνευστικά προβλήματα έκαναν βαθιές εισπνοές πάνω από τους ατμούς της κατσαρόλας!
  • «ΤΟ ΒΑΛΣΑΜΟ»: τα λουλούδια του βαλσαμόχορτου τα μάζευαν ανήμερα της Αναλήψεως και τα έβαζαν σε μπουκάλι με λάδι και τα άφηναν στον ήλιο για 40 μέρες, Ήταν αξεπέραστο φάρμακο για τις πληγές που έκλειναν αμέσως!
  • «ΑΛΕΠΟΝΤΗ»: σκόνη από ένα φυτό σαν το μανιτάρι, που όταν ωρίμαζε έβγαζε μια πολύ λεπτή καφέ σκόνη, σαν άχνη, που έκλειναν αμέσως οι μεγάλες πληγές!
  • ΜΑΓΓΟ: βράζανε φύλλα παπαρούνας και το έριχναν σε σταγόνες σε ένα ρόφημα για να ανακουφίσουν από τους πόνους, και σαν υπνωτικό σε κλαψιάρικα παιδιά!
  • ΤΟΜΑΤΑ ΜΠΕΛΝΤΕ, και ΧΟΡΙΓΚΟΑΛΟΙΦΗ: τα χρησιμοποιούσαν στο κάψιμο!
  • ΣΥΚΟ ΨΗΤΟ: το ψήνανε στη θράκα, και το βάζανε στα λουθουνάρια!
  • ΚΡΕΜΜΥΔΙ ΨΗΤΟ: το ψήνανε στη θράκα και το απλώνανε στα στραμπουλήγματα!
  • «ΑΥΓΟΣΑΠΟΥΝΟ»: τριμμένο σαπούνι ανακατεμένο με ασπράδι αυγού, το κάνανε σαν αλοιφή, και διπλωμένο σε πανί το βάζανε στο σπασμένο χέρι και πόδι, και αυτό έσφιγγε και γινόταν σαν γύψος!
  • ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ: κάνανε εντριβές στην πλάτη, στον λαιμό, και στο κορμί για το κρυολόγημα, αλλά προσέχανε να μην βρεχτούν τα εσώρουχα γιατί σε έκαιγε και έκανε πληγή, και ήθελε μετά άλλο γιατροσόφι για την πληγή! Τρίβανε με πετρέλαιο τα χέρια και τα πόδια για να φύγει η κούραση!
  • ΒΕΝΤΟΥΖΕΣ: με τα θρυλικά νεροπότηρα, το πιρούνι με το τυλιγμένο μπαμπάκι βουτηγμένο στο οινόπνευμα, και ένα τσακουμάκι για τη φωτιά, και κανένα ξυραφάκι αν χρειαζόταν και χαραχτές!
Από πιτσιρικάδες είχαμε συνηθίσει στις βεντούζες! Για να μας καταφέρουν στην αρχή μας λέγανε ότι τις παραδέχονται και οι γιατροί, οπότε όταν αρρωσταίναμε με κρυολόγημα, προτιμούσαμε χίλιες φορές να μας πάρουν βεντούζες, έστω και χαραχτές για να φύγει το κρύο, παρά να κάνουμε «μια σειρά ενέσεις» που λέγανε ότι χρειάζονταν! «Το κρύο μπαίνει με το σακί και βγαίνει με το σουγκλί» λέγανε! «Σουγκλί» λέγανε τις ενέσεις! Άμα άφηναν μαύρες στάμπες τα ποτήρια στο κορμί, σήμαινε ότι «έχεις κρύο με το σακί», και έπρεπε να σε χαράξουν για να φύγει μαζί με το αίμα και το κρύο, αλλιώς έκανες 12 ενέσεις!
Θυμήθηκα μια ιστορία που λέγανε οι γονείς μας και κρυφακούγαμε εμείς πιτσιρικάδες! Την έχουμε ξαναπεί αλλά δεν πειράζει να την ξαναπούμε , και αν θέλετε δοκιμάστε το!
Μια φορά και έναν καιρό, τότε που δεν υπήρχαν τηλεοράσεις, κινητά , και facebook, ο μπάρμπα Πότης με τη θειά Πόταινα ήτανε μόνοι στο σπίτι, καθότι τα παιδιά λείπανε στο παιχνίδι, και κάποια στιγμή ο μπάρμπα Πότης δεν χάνει την ευκαιρία και «κουτουπώνει» την θειά Πόταινα!!!
Εκείνα τα χρόνια τα σπίτια ήταν μικρά, δυο δωμάτια το πολύ. Μόνο οι αποθήκες ήταν μεγάλες για να χωράνε τα «ζα», το σανό και τα άχυρα,τα στάρια, κριθάρια και λάδια! «Σπίτι όσο χωρείς, και πράμα όσο μπορείς» λέγανε! Πόρτες δεν υπήρχαν, μόνο κάτι κουρελούδες κρεμάγανε για πόρτες! Όμως κάποια στιγμή ένα παιδί τους γύρισε σπίτι τη «λάθος ώρα», και άκουσε κάτι που του κίνησε την περιέργεια! «Τι σου κάνω μάνα μου», «τι μου κάνεις μάνα μου» και κάτι τέτοια, αλλά απάντηση καμία! Μόνο «ωχ και αχ»! Ανησύχησε, μεριάζει τρομαγμένο την κουρελού, και τι να δει: Τον πατέρα του πάνω στην μάνα του, «μια κοιλιά να χτυπάει την άλλη» που λέει και το τραγούδι! Ο πιτσιρικάς πονηρός, αλλά με δικαιολογία την παιδική αφέλεια, παίρνει μόνος του ρόλο στο «δρώμενο» και λέει! «Λω πατέρα, τι της κάνεις της μάνας μου και σκούζει έτσι»; Αλαφιάζεται ο πατέρας του, τυλίγεται με τη μάνα του από ντροπή με το σάϊσμα, παίρνει στροφές το μυαλό του και του απαντάει: «Φύγε από δω ρε σκασμένο, της παίρνω βεντούζες, δε βλέπεις»! Ο πιτσιρικάς όμως δεν το ‘χαψε, και τον ρωτάει! «Και που είναι τα ποτήρια λώ»;
Ο μπάρμπα Πότης «ξεράθηκε», ο πιτσιρικάς λάκισε αλλά τα «άκουσε» το βράδυ που μαζεύτηκε σπίτι! Περιττό να πούμε ότι η θειά Πόταινα έγινε «περδίκι» και κοιμήθηκε όλη νύχτα σαν το «πουλάκι»!
Βεντούζες και άλλα γιατροσόφια λοιπόν δια πάσαν νόσον, και πάσαν θεραπείαν, ακόμα και σήμερα, αν δεν βρείτε στα φαρμακεία ντεπόν, αντιβιώσεις, εισπνεόμενα, σορόπια για το λαιμό και το βήχα! Και το κυριότερο τέτοιες μέρες …. χουζούρι!
Καλό Σαββατοκύριακο!

Ακολουθήστε το krokeai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις εξελίξεις.