Η «ημέρα του πατέρα» αύριο, και μια ιστορία «της γαϊδούρας με το σαμάρι της»!

του Λουη Γ Σερεμετη

Οι φωτογραφίες είναι από το διαδίκτυο, και τα γλυκά είναι οι γνωστοί «μπαμπάδες»!

Ο πατέρας από τα παλαιά χρόνια λατρευόταν σαν ο αφέντης της οικογένειας, τον θεωρούσαν τόσο σημαντικό όσο την «κολόνα του σπιτιού», και τον λέγανε «κουβαλητή»! Ήταν όμως και ο «μουσαφίρης» αφού έλειπε πολλές ώρες από το σπίτι λόγω της δουλειάς του, και το βράδυ ερχόταν σαν επισκέπτης και δεν προλάβαινε πολλές φορές να δει ξύπνια τα παιδιά του. Του καταλόγιζαν και ευθύνες ότι τα κακομάθαινε τα παιδιά επειδή τους έκανε πολλά χατίρια εξ αιτίας αυτής της απουσίας του από το σπίτι! Ο πατέρας φρόντιζε για τα πάντα στο σπίτι, στριφογύριζε τα βράδια στο κρεβάτι και «δεν έκλεινε μάτι» από την αγωνία για το αύριο, αυτός χρεωνόταν σε κάθε ανάγκη, και για τις ανάγκες της οικογένειας αναγκάστηκε να φύγει ακόμα και στο εξωτερικό, ή να μπαρκάρει σε καράβια, και κάποια στιγμή να δει τα παιδιά του μεγάλα. Στιβαρή αλλά και συμβολική η παρουσία του στο σπίτι, τύχαινε του οφειλόμενου σεβασμού, είχε τη δική του αγκωνή, την κορυφαία θέση στο τραπέζι που τον περίμεναν να καθίσει να σταυρώσει το ψωμί και να κάνει το σταυρό του για να αρχίσουν το φαγητό. Στον πατέρα που δούλευε πιο πολύ και κουραζόταν, έβαζαν την καλύτερη μερίδα, το «μερί» από το κοτόπουλο, το ψαχνό από το κρέας, το καλύτερο «ψίχαλο» όπως το λέγανε, αν και το μοίραζε στα παιδιά, γιατί όπως έλεγε «δεν του πήγαινε κάτω» να τρώει αυτός το καλύτερο και οι άλλοι να γλύφουν τα κόκαλα!

Στο σχολείο οι δάσκαλοι μέσα από το αναγνωστικό συνέχεια μας μιλούσαν για τον ρόλο και τις αξίες του πατέρα στην οικογένεια. Από τα χέρια του πατέρα παίρναμε τον «μπουλαμά» μας την πρωτοχρονιά, και ό,τι δώρα μπορούσε να μας κάνει, και τρώγαμε και καμία χεριά στον κώλο άμα δεν καθόμαστε ήσυχοι! Αυτός μας έμαθε να γράφουμε το όνομά μας με μια κιμωλία στο κορασάνι, στην ποδιά του ακούσαμε του κόσμου τις ιστορίες, στα γόνατά του μας χόρευε κάθε βράδυ το «νταχτιρντί» πριν του φιλήσουμε σεβαστικά το χέρι και πάμε για ύπνο. Ο πατέρας πολλές φορές ήταν εκείνος που αποφάσιζε πότε και ποιον θα παντρευτεί το κορίτσι του, έδινε πρώτος τον λόγο του για να «κιώσει» το προξενιό, ευλογούσε τα δαχτυλίδια των αρραβώνων, συνόδευε το κορίτσι στην εκκλησία και την παρέδινε στον γαμπρό με όλες τις πατρικές ευχές. Αυτές τις συνήθειες είχαν τότε, και κάπως έτσι γιορτάζαμε κάθε μέρα τον πατέρα, έχοντας ο καθένας σαν πρότυπο τον δικό του πατέρα !

Κύλησε η ζωή, ήρθαν άλλες εποχές και συνήθειες, ίσως να είχε έρθει ο καιρός να προστεθεί ακόμα μια γιορτή στο παγκόσμιο εορτολόγιο, μπορεί και για εμπορικούς λόγους, και η τρίτη Κυριακή του Ιουνίου καθιερώθηκε στην Ευρώπη εδώ και χρόνια σαν η «γιορτή του πατέρα»! Η ιστορία όμως ξεκίνησε αλλιώτικα από την Αμερική έναν αιώνα πριν, όχι σαν «γιορτή του πατέρα» όπως την ξέρουμε σήμερα, αλλά σαν ημέρα μνήμης, σαν η «ημέρα του πατέρα», για να τιμήσουν τη μνήμη των 210 πατεράδων που έχασαν τη ζωή τους εκεί σε ορυχείο. Στην Ελλάδα ήρθε αργότερα, αλλά καθιερώθηκε σαν «γιορτή του πατέρα» από έναν σύλλογο χωρισμένων και πικραμένων πατεράδων που λέγανε ότι αγωνίζονται να κρατήσουν την πατρική αξιοπρέπεια, επειδή πίστευαν ότι αδικούνται από τις αποφάσεις των δικαστηρίων ως προς την επιμέλεια και ανατροφή των παιδιών μετά τα διαζύγια. Θεωρούσαν τους δικαστές υπεύθυνους για τις «ανατροπές» στο οικογενειακό δίκαιο, ότι με τις αποφάσεις τους αναβαθμιζόταν ο ρόλος της μητέρας εις βάρος της δικής τους επιρροής, και ότι στην πράξη αμφισβητείται ο ρόλος του πατέρα στην οικογένεια και στην κοινωνία.

Είναι γνωστές από παλιά οι οικογενειακές σχέσεις ειδικά στα χωριά, αφού οι γονείς είχαν σαν βασική και πάγια αρχή να προσπαθούνε να μεγαλώνουν τα παιδιά τους μεταδίδοντάς τους τις δικές τους αρχές και συνήθειες μέσα από δικά τους παραδείγματα, παροιμίες, και άλλες διδακτικές ιστορίες. Επειδή τους απασχολούσε πολύ η οικογενειακή διαδοχή στο χωράφι, στο μαγαζί κλπ, φρόντιζαν να τα κρατάνε σε μια επαφή με την πραγματικότητα, για να είναι ζωντανά και ενεργητικά άτομα από μικρά, να είναι γνώστες των υποχρεώσεων του σπιτιού, ώστε να είναι γνοιασμένα και έτοιμα όταν ανοίξουν το δικό τους σπιτικό! Ήταν ζητήματα πρώτης προτεραιότητας για τους γονείς, τους νοικοκυρεμένους, να δώσουν τα καλύτερα εφόδια και τις καλύτερες αρχές στα παιδιά τους για να είναι έτοιμα όταν περάσουν στην μετέπειτα ενήλικη ζωή και στην παραγωγική διαδικασία, για να έχουν μια αξιοπρεπή παρουσία στην κοινωνική δομή του τόπου. Η κοινωνικοποίηση του παιδιού και η μετάδοση των αξιών και των γνώσεων ήταν έργο της οικογένειας και του σχολείου.

Τον πατέρα μας τον περιμέναμε κάθε απόγευμα να γυρίσει από το χωράφι, και όταν αργούσε βγαίναμε στο ξάγναντο, στον πύργο στο «ψηλαλώνι» να δούμε κίνηση στον δρόμο, ή να ακούσουμε τα πέταλα των αλόγων. Όταν τα ακούγαμε τρέχαμε σπίτι να αναγγείλουμε ότι έρχεται, τον αγκαλιάζαμε, τον βοηθούσαμε να ξεφορτώσει, να δέσουμε τα άλογα στο κατώι, και να τα ταΐσουμε. Αφού έπαιρνε μια ανάσα, τρώγαμε, του λέγαμε τα νέα μας, και ξαπλώναμε στις κουρελούδες για παιχνίδι. Από την κούραση όλη μέρα στο χωράφι τον πόναγε το κορμί του και μας έλεγε να τον τρίψουμε «δυνατά», και βαθιά με όση δύναμη είχαμε, να τον ζουπήξουμε και με τα δύο χέρια στο κορμί να «ντώσει» μια στάλα! Στο τέλος αφού δεν είχαμε άλλη δύναμη τον πατάγαμε στο κορμί με τα πόδια! Τότε κούναγε απότομα το κορμί του, πέφταμε κάτω, και άρχιζε το παιχνίδι!

Μας έπαιρνε στην ποδιά του και μας καμάρωνε που μεγαλώναμε «σαν τα σφαράγγια» όπως έλεγε! Είχαμε αρχίσει σιγά σιγά να μπαίνουμε στο πνεύμα της βοήθειας, μας έλεγε να σφίξουμε τη μπουνιά μας να κάνουμε «ποντίκι», και ταυτόχρονα αναρωτιόταν και έλεγε «για να δω, θα έρθει ο καιρός που θα πείτε πατέρα ξεκουράσου, τώρα θα δουλεύουνε για σένα τα παιδιά σου, ή θα το πάθω κι εγώ σαν την γαϊδούρα με το σαμάρι της»; Και κάπως έτσι ξεκίναγε να μας πει μια ιστορία που τη λέμε κι εμείς στα παιδιά μας.

Ήταν λέει μια γαϊδούρα που δούλευε για χρόνια σε ένα αφεντικό, μόνη της, και κουραζόταν πολύ. Όμως δεν την έφτανε η κούρασή της, αλλά την βάζανε να ζευγαρώσει να κάνει πουλάρια! Πίστευε η κακομοίρα πως όταν θα γεννήσει και μεγαλώσει το πουλαράκι της, θα έπαιρνε το αφεντικό της το σαμάρι από εκείνη, θα το έδινε στο πουλάρι, και έτσι θα ξεκουραζόταν λίγο, και θα άραζε κάποια στιγμή στα γεράματα! Πάντα στο ίδιο βιολί, δούλευε αδιάκοπα, γκαστρωνότανε, γένναγε σε ένα χρόνο, αλλά σε έξι μήνες το αφεντικό το πούλαγε το πουλαράκι στην ζωοπανήγυρη στην «Πανηγυρίστρα στη Σκάλα για να πάρει κανά λεφτό να ζήσει την οικογένειά του! Μετά από λίγο καιρό, ξανά γκαστρωνόταν, αλλά έλπιζε η κακομοίρα ότι τούτη τη φορά οπωσδήποτε το καινούργιο πουλαράκι θα την ξεκούραζε επιτέλους! Πέρασαν πολλά χρόνια με αυτήν την ελπίδα, γέννησε πολλά πουλάρια, σαράντα τον αριθμό, το αφεντικό της τα πούλαγε, και δεν αξιώθηκε η δύστυχη να δει το σαμάρι της να βγαίνει από πάνω της, να το πάρει το παιδί της, για να ξεκουραστεί λιγάκι η ίδια! Αφού δούλευε ως τα βαθιά γεράματα, τα είχε βάλει με την κακούργα την τύχη της, και ένα βράδυ η κακομοίρα μονολογούσε λέγοντας: «Ρε, σαράντα πουλάρια έκανα, και το σαμάρι δεν βγήκε από πάνω μου»! Την έλεγαν αυτήν την ιστορία γιατί ίσως κάτι να τους «έτρωγε» ότι θα δουλεύανε μέχρι τα γεράματα, βοηθώντας παιδιά κι εγγόνια!

Δεν είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή θα βγει το δικό μας «σαμάρι» από την πλάτη μας! Όμως πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά να αποκτήσουν αυτοεκτίμηση, και τη δική τους ξεχωριστή προσωπικότητα. Έχοντας τα ίδια επίγνωση των δυνατοτήτων τους, την ενθάρρυνση και την επιβράβευση των προσπαθειών τους, την χαρά και την ικανοποίηση που θα νοιώσουν συμμετέχοντας ενεργά από μικρά, έχουν όλα τα εφόδια για να γίνουν στυλοβάτες μιας ευτυχισμένης οικογένειας, που θα γιορτάζουν όλοι στην οικογένεια, και κάθε ημέρα του χρόνου! Με την ελπίδα ότι κάποτε θα ακούσουμε τουλάχιστον το «πατέρα ξεκουράσου», καλό Σαββατοκύριακο, και χρόνια πολλά για την «ημέρα του πατέρα»!!!


Ακολουθήστε το krokeai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις εξελίξεις.