«Το βαλε στο χιόνι η Τσακωνιά, το κρύο κόβει καρφιά, όξω ψοφάει σκυλί»!

Στη φωτογραφία [www.arcadiaportal.gr/] ο Κοσμάς Κυνουρίας στον Πάρνωνα «πασπαλισμένος» με φρέσκο χιόνι!!

γραφει ο Λουης Γ.Σερεμετης
Έτσι λέγανε για τέτοιες ανάποδες βραδιές όταν ήθελαν να περιγράψουν τούτο τον άτιμο καιρό του «βορείου ρεύματος» που λένε οι μετεωρολόγοι, ειδικά όταν χιόνιζε και η «Κουρκούλα» του Πάρνωνα (Τσακωνιά). Η γιαγιά Μαριώ είχε την πρώτη θέση στο φόκο γιατί την έπιανε πολύ το κρύο, τα φουστάνια της ήταν γεμάτα στάχτες σαν της «Σταχτομπούτας»! Μαζευόμαστε γύρω της τις κρύες μέρες του χειμώνα όπως αυτές τις παγωμένες μέρες και νύχτες που περνάμε τώρα, και μας έλεγε ότι «η μεγαλύτερη φτώχεια για μια οικογένεια είναι να μην έχει ξύλα για το τζάκι, λάδι, αλεύρι, και φάγνα για τα ζα»! Έλεγε ότι τέτοια εποχή το κρύο είναι απαραίτητο για να κάνουν οι ελιές τα ματάκια που θα βγάλουν αργότερα τους ανθούς για να «δέσουν» ελιές! «Υπαπαντούλα χιονισμένη, η κοφινούλα γιομισμένη», «χιόνι μέσα στο Γενάρη, να οι χαρές του Αλωνάρη», ο  «Γενάρης δεν γεννά μήτε αυγά μήτε πουλιά, μόνο χιόνια και νερά», και «ο θεός βλέπει βουνά και ρίχνει χιόνι», ήταν μερικές από τις παροιμίες που έλεγε! Όμως χολογιότανε ανθρώπους και ζωντανά λέγοντας ότι «υποφέρει όλη η πλάση με τούτον τον παλιόκαιρο όταν χιονίζει η «Τσακωνιά», σκεφτόταν τα ζωντανά, και τα άγρια και τα ήμερα που είχαμε στο σπίτι, και φρόντιζε τέτοιες λοβές μέρες να είναι στεγνά και χορτάτα με καρπούς.
Είχε στο μυαλό της ένα σωρό ιστορίες να μας διηγηθεί για τα άγρια πουλιά που δεινοπαθούσαν και πολλές φορές πέθαιναν από το κρύο, για τα δόλια τα κοτσύφια που υπόφεραν από το κρύο και πολλά πρωινά τα έβρισκαν στα χωράφια κοκαλωμένα, για πεινασμένους λύκους που έμπαιναν στα μαντριά, για τις πονηρές αλεπούδες που άδειαζαν τα κοτέτσια, αλλά και «μια ιστορία για το αλεπάκι και την «Κουρκούλα»! Ήταν λέει μια αλεπού που εκπαίδευε το αλεπάκι της να σκέφτεται και να σοφίζεται ένα σωρό πονηριές για να βρίσκει το φαγητό του, και να ξεφύγει κάποια στιγμή από κοντά της! Ένα βράδυ με πολύ κρύο όπως απόψε καλή ώρα, είχαν βγει παρέα και έστησαν καρτέρι κοντά σε ένα κοτέτσι. Περίμεναν υπομονετικά τη στιγμή που τα σκυλιά θα έμπαιναν στο καλύβι τους για να προφυλαχτούν από το παγωμένο βοριά, για να μπουν στο κοτέτσι να αρπάξουν όσες κότες μπορούσαν για να πάνε στη φωλιά να φάει όλη η φαμελιά τους, και για να μάθει σιγά σιγά στο αλεπάκι να κυνηγάει! Όσο περίμεναν, το αλεπάκι ξύλιασε από το κρύο και έτρεμε, το είπε με παράπονο στη μάνα του, και αυτή του είπε, «ορίστε φωτιά να πυρωθείς», και του έδειξε μια φωτιά που ήταν χιλιόμετρα μακριά τους, απέναντι στην «Κουρκούλα» της Τσακωνιάς, που την είχε ανάψει ένας τσοπάνης για να ζεσταθεί! Τότε το αλεπάκι πήρε στροφές, σήκωσε τα χέρια προς την «Κουρκούλα» όπως κάνουμε για να ζεσταθούμε στο τζάκι, έκανε πως ζεσταινόταν, και κάποια στιγμή βάζει μια φωνή «ωχ ωχ μανούλα μου»! Αλαφιασμένη η αλεπού το ρωτάει τι έπαθε, και αυτό της λέει, «να ρε μάνα, πετάχτηκε μια σπίθα από την Κουρκούλα και μου έκαψε το μαλλί»! Τότε η αλεπού ικανοποιημένη και περήφανη για την εξυπνάδα του μικρού της του είπε, «άξιος παιδί μου, συγχαρητήρια, μπορείς πια να ζείς μόνος σου»!
Παλιοβραδιά απόψε, ο Γενάρης στο τέλειωμά του θυμίζει Μάρτη με τα ξεροβόρια και το ξερικό κρύο, σήμερα δεν είχε ελιές καθόσον επιβάλλεται φύλαξη από το κρύο για να αντέξουμε αφού έχουμε και μια κάποια ηλικία! Μια ζεστή γωνιά, καλό φαγητό, κατά προτίμηση σούπες, και ρούγα στο τζάκι είναι ό,τι πρέπει τέτοιες μέρες! Τις φυλάγονταν οι παλαιοί τέτοιες μέρες και για τα δέντρα να ην τα χαλάσουν από το κρύο, αλλά και για τον εαυτό τους να μην αρρωστήσουν, λέγοντας «και τι έγινε, μια μέρα αργότερα θα τελειώσουμε», και ότι «το κρύο μπαίνει με το σακί, και βγαίνει με το σουγκλί», εννοώντας τις ενέσεις! Απόφευγαν όσο μπορούσαν τα φάρμακα, και σαν εναλλακτική θεραπεία είχαν τις εντριβές με τον «συναπισμό και λιναρόσπορο»! Βράζανε τους σπόρους από το λινάρι με νερό πρώτα, ώσπου να γίνει πηχτό. Ύστερα κοπανάγανε στο χαβάνι σιναπόσπορο, και με τη σκόνη αυτή πασπαλίζουν το βρασμένο λιναρόσπορο. Όπως ήτανε ζεστό το μείγμα το απλώνουν κατάσαρκα στην πλάτη του αρρώστου και το σκεπάζανε με μάλλινο πανί. Έτσι δημιουργείται έντονη ζέστα που πολλές φορές δεν μπορούσαν να την υπομάνουν, και με την υπεραιμία που δημιουργούταν, ανακουφίζονταν! Για εντριβές χρησιμοποιούσαν και καθαρό πετρέλαιο, ή και ακάθαρτο, και τις βεντούζες, «κούφιες», και «χαραχτές», που τις προτιμούσαμε ακόμα και εμείς τα παιδιά, από τα πικρά χάπια και τις μισητές ενέσεις!
Συνήθιζαν τις κρύες μέρες να τρώνε φασολάδα με ρέγγα, ελιές ξυδάτες, τσακιστές πράσινες, ή παστολιές με θρούμπη. Και όταν σουρούπωνε και ερχόταν η ώρα του βραδινού φαγητού λέγανε «απόψε είναι ότι πρέπει να ρουφήξουμε χυλοπιτούλες με τραχανούλι για να ζεσταθούμε»! Αυτό μας έχει μείνει αξέχαστο που λέγανε τακτικά τα βράδια, αλλά κυρίως τα κρύα βράδια του χειμώνα. Όταν ακούγαμε έτσι δεν μας καλοάρεσε, και ξινίζαμε τα μούτρα μας, αλλά δεύτερο φαγητό δεν έμπαινε στο τραπέζι, οπότε αν δεν έτρωγες δεν έκλεινε την νύχτα το μάτι! Ο κόσμος συνήθιζε να αναζητάει να φάει κάτι βραστό και ζεστό, συνήθως μια ζεστή σούπα με χυλοπίτες και τραχανά, γλυκό ή ξινό, που ήταν ό,τι έπρεπε να ζεσταθούν και να απολαύσουν τις νοστιμιές που είχαν φτιάξει από το καλοκαίρι στα σπίτια οι νοικοκυρές, τότε που αλληλοβοηθιόντουσαν για την οικονομία της οικογένειας!
Η σιδεροστιά έπαιρνε την θέση της στο τζάκι, πάνω αμέσως το τσουκάλι με νερό, λίγο λάδι και αλάτι, έριχναν τις χυλοπίτες και τον τραχανά, και σε λίγη ώρα έτοιμη η σούπα, κάτασπρη σαν το γάλα, και παχιά! Συνήθιζαν για να είναι πιο νόστιμη η σούπα να την τσούζουν με φρέσκο βούτυρο. Μόλις την κατέβαζαν, έβαζαν στο τηγάνι λίγο γίδινο βούτυρο και μόλις έκαιγε έριχναν μέσα στο τηγάνι μπουκιές ξερό ψωμί, τα ξακρίσματα που λέγαμε, και λίγη μυτζήθρα τριμμένη, και τα έριχναν όλα μαζί μέσα στο τσουκάλι με την καυτή σούπα! Μόλις έπεφτε το καυτό λάδι στο τσουκάλι άκουγες ένα «τζούζ», φλόμωνε ο τόπος από τους ατμούς, και τότε ξεπετάγονταν μυρουδιές κι αρώματα, φλόμωνε το σπίτι, και έγλειφες και τα δάχτυλά σου, και η μυρουδιά από τον «καπινολόγο» κόρωνε όλη τη γειτονιά! Τρώγαμε δυό πιάτα ο καθένας, και το τσουκάλι άδειαζε και δεν έμενε φαγητό ούτε για τα γατιά!
Τώρα γιαγιά δεν έχουμε, κανείς δεν ασχολείται με αυτά, τα παιδιά ό,τι τραχανοχυλοπίτα έφαγαν μικρά, έφαγαν και δεν θέλουν να ξανακούσουν! Το τζάκι ανακαινίστηκε και έγινε ενεργειακό, ζεσταίνει όλο το σπίτι και κάθεσαι πιο μακριά αναπαυτικά στους καναπέδες βλέποντας τηλεόραση, ή παίζεις με το κινητό, και βουβαμάρα! Την σιδεροστιά και την μασιά τις κρεμάσαμε για διακόσμηση, το τσουκάλι και τα τζετζέρια τα γυαλίσαμε και ανέβηκαν στο ράφι και αυτά για διακόσμηση! Στην ζωή ήρθε η ηλεκτρική κουζίνα και η χύτρα ταχύτητας! Πολύ κρυανή βραδιά απόψε, ο βοριάς φυσάει ασταμάτητα! Ευκαιρία να ξαναστήσουμε το σκηνικό με τις χυλοπίτες και τον τραχανά, γλυκό ή ξινό, και το τσούξιμο, έστω και στην ηλεκτρική κουζίνα! Αυτά είναι από τα λίγα που θα εξακολουθούν να ευφραίνουν και να μαγεύουν, και να μας ταξιδεύουν έστω και για λίγο πίσω, σε άλλες εποχές, πιο ζεστές, νόστιμες και πιο ανθρώπινες! Καλή φύλαξη τούτες τις μέρες μέσα στη ζέστα μας, και καλή όρεξη! Όσο για τις δουλειές που θα μείνουν λίγο πίσω, «και αύριο μέρα είναι»!!!

Ακολουθήστε το krokeai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις εξελίξεις.